αυτοκινητόδρομος Grekiska - Arabiska
1.
-
Arabiskaأُوتُوسْتْرَادطَرِيق سَرِيع
-
Grekiskaαυτοκινητόδρομος υπερταχείας κυκλοφορίαςδρόμος χωρίς διόδια
2.
-
Arabiskaطَرِيق
-
Grekiskaαυτοκινητόδρομος
3.
-
Grekiskaαυτοκινητόδρομος
4.
-
Grekiskaαυτοκινητόδρομος
Rimlexikon PluralEnglish translator: Greek Arabic αυτοκινητόδρομος Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare