πραγματικότητα Grekiska - Isländska
1.
-
Grekiskaπραγματικότητα
-
Grekiskaπραγματικότητα
-
Grekiskaπραγματικότητα
-
Grekiskaπραγματικότητα
2.
-
Grekiskaπραγματικότητα
3.
-
Grekiskaτηλεοπτική πραγματικότητα
4.
-
Grekiskaεικονική πραγματικότητα
5.
-
Grekiskaαλήθεια
-
Isländskasannleikur
6.
-
Grekiskaστην πραγματικότητα
-
Isländskareyndar, í raun, í rauninni
Rimlexikon PluralEnglish translator: Greek Icelandic πραγματικότητα Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare