χώρος Grekiska - Japanska
1.
-
Grekiskaεξωτερικός χώρος
-
Japanska室外sc=Jpan
2.
-
Grekiskaτόποςτοποθεσία
-
Grekiskaτόπος
-
Grekiskaιστότοποςιστοσελίδα
3.
4.
5.
-
Grekiskaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Japanska場所所
6.
-
Grekiskaδιανυσματικός χώρος
-
Japanskaベクトル空間
7.
-
Grekiskaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Japanska場所所
8.
-
Grekiskaχώρος εργασίας
-
Japanska職場
9.
-
Grekiskaτόποςτοποθεσία
-
Grekiskaτόπος
-
Grekiskaιστότοποςιστοσελίδα
10.
-
Grekiskaδιαθέσιμος χώρος
-
Grekiskaδιαθέσιμος χώρος
11.
-
GrekiskaΕυκλείδειος χώρος
12.
13.
-
Grekiskaχώρος εργασίας
Rimlexikon PluralEnglish translator: Greek Japanese χώρος Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare